19.12.11

Γη

Αλήθεια πάει τόσος καιρός που έχω να βρεθώ εδω πέρα. Ξεχασμένοι κωδικοί που μέσα σε όλα θυμάμαι και ξεχνάω αλλά πάντα βρίσκω γιατί είμαι εγώ. Δε Ξέχασα. Είναι που περιμένω πάντα ένα νέο να πω αλλά δε λέω γιατί όλα νέα είναι κι έτσι χάνομαι μέσα στη σχισμή του στήθους σου......

31.10.11

Με Πιστεύεις;


Χθες σου έλεγα ευχαριστώ που σε γνώρισα, γιατί μαζί σου γνώρισα τον έρωτα. Γιατί γνώρισα κάτι τόσο αθώο, κάτι τόσο κτηνώδες. Μαζί σου ένιωσα να με περιτριγυρίζει ένα σμήνος από άνθη. Μαζί σου γνώρισα ένα παράδεισο διαφορετικό. Μαζί σου συνάντησα τον ουρανό, επισκέφτηκα το φεγγάρι. Η απώλεια του ίσως με καταστρέψει, μα θα είμαι πάντα ευγνώμον σε αυτά τα όμορφα μάτια για ότι μου γνώρισαν, για ότι με άφησαν να αγγίξω, για τη μαγεία που μου πρόσφεραν.
Χθες σου είπα, ότι θέλω το σώμα σου. Θέλω το κορμί σου. Νιώθω ότι ο παράδεισός μου, είναι μέσα του. Νιώθω ότι ο κόσμος ο αληθινός περιτριγυρίζει μέσα εκεί. Νιώθω ότι κάθε ήχος, κάθε θρόισμα του αέρα γίνεται με σκοπό να σε αγγίξει, με σκοπό να μεταφερθεί εδώ. με σκοπό να με κάνει να σε ερωτευτώ περισσότερο. Μπορεί να μη σε αγάπησα ποτέ όσο σου αξίζει. Μπορεί ότι σου έδωσα να είναι το ελάχιστο από ότι έχεις λάβει. Μα ότι μου έδωσες είναι θησαυρός. Είναι ένα νόμισμα χρυσό. Είναι μια γαρδένια. Είναι το ίδιο το φεγγάρι.
Μπορεί να μη καταφέρω ποτέ να στο πω, μα… είσαι η ίδια μου η ζωή. Η πιο ελεύθερη φυλακή, η πιο νοσταλγική επαφή. Είσαι… η ανατολή. 

9.10.11

Η Πρώτη Μας Φορά

Σ Ε  ΕΧΩ  ΑΓΑΠΗΣΕΙ ...

(να το θυμάσαι... όσο μπορείς να το θυμάσαι... είμαι εδώ, στο είπα κ πριν, είμαι εδώ... ακόμα κ αν δε με πιστεύεις, είμαι εδώ, μου είναι αδύνατο να φανταστώ τη ζωή μου μακριά σου, μου είναι αδύνατο να αναπνεύσω μακριά σου... εύχομαι να είσαι μαζί μου σε κάθε αύριο, που μου δίνει η ζωή, να είμαστε μαζί σα ζευγάρι, μόνο σα ζευγάρι...)

10.9.11

Μια Νυχτα

Τη μοίρα μου τη διάλεξα στα μάτια σου που έγιναν πατρίδα μου
στα κύματα περπάτησα και κράτησα το βλέμμα για πυξίδα μου
οι φόβοι μου ασπίδα τη στιγμή που εγώ σε είδα στο νησί
και φώτισες τις νύχτες μου, μα οι ώρες δεν περνούν ως το πρωί



Να σ' έχω για μια νύχτα αγκαλιά κι ας είναι της ζωής η τελευταία
σου κάρφωσα στις πλάτες δυο φτερά να φαίνεσαι απ' τη μέρα πιο ωραία.

(δε ξέρω αν η απουσία με γεμίζει με σ' αγαπάω, που δε σου είπα ποτέ από κοντά αλλά, με γεμίζεις με λέξεις, που θέλω να θυμάσαι, με όλα όσα νιώθω για σένα, γιατί όταν έχω εσένα...)

8.8.11

Καβουρότρυπες


-Κοιμήσου όμως εσύ ναι; Και θα έρθω κι εγώ σε λίγο….
-Εντάξει…
Είσαι γυμνή. Και ξαπλώνεις ανάσκελα κι εγώ πάνω στο στήθος σου ακουμπισμένη να μετράω τις ανάσες του οργασμού σου. Λίγο πριν τις διακόσιες ηρεμείς κι εγώ αποκοιμιέμαι. Δε ξέρω που θα έρθω να ξαπλώσω απόψε. Η γύμνια μου είναι μισή χωρίς τη δική σου, τα πόδια μου τρέμουν και οι παλάμες μου ιδρώνουν, η αφή ιδρώνει κι αυτή. Αν δε σε ονειρευτώ απόψε, θα ιδρώσει και η όρασή μου και τα μάτια μου θα ρίχνουν ασταμάτητα καταιγίδες μέχρι τις αρχές Οκτώβρη που τότε όλοι θα το ονομάσουν πρωτοβρόχι.
-Τα πάντα μαζί σου έχουν ένταση.
-Και είναι κακό ή καλό αυτό;
-Μου λείπεις έντονα… κι αυτό είναι κακό…
Προσπάθησα να χωρέσω μια ζωή μέσα σε επτά μέρες αργίας. Βιαστικές και λιγοστές. Ξέρω, είμαι φριχτή στο να διαβάζω δυνατά κόμιξ, υπόσχομαι όμως πως είμαι καλύτερη στο να διαβάζω παραμύθια. Και όταν έρθει η ώρα θα το δεις. Θα σε ξεντύνω και πριν κοιμηθείς θα γεμίζω τη μπανιέρα μέχρι να μου τραβήξεις το δάχτυλο ανάμεσα από τα πόδια σου. Αναγνωρίζω σιγά σιγά τους πνιχτούς και αθόρυβους οργασμούς σου. Κι έπειτα θα παίζουμε το παιχνίδι με τις μπουρμπουλήθρες. Κι έπειτα θα παραμυθιάζω τις βλεφαρίδες σου κι εκείνες θα γίνονται εκατό τόνους η κάθε μια και θα βαραίνουν τα βλέφαρά σου. Κι εγώ θα κρύβομαι σε κάθε κόγχη ξεχωριστά, μια στο ένα μάτι, μια στο άλλο, για να δω από ποια μεριά με βολεύει να με ονειρευτείς.
-Έτσι θέλω να είναι η ζωή μας. Όπως αυτή η βδομάδα που πέρασε…
-Δε θα είναι έτσι. Θα είναι καλύτερη. Θα είναι πιο Ζωή…
Θέλω να πέσω στα γόνατα και να κλάψω με λυγμό. Θέλω να φύγει η σιωπή από μέσα μου και ύστερα να σωπάσω. Να μπορέσω να σου σωπάσω πως ο έρωτας μαζί σου δεν αγγίζει σε προχειρότητα ούτε την πιο τέλεια πρόχειρη συνουσία πριν από το μηδέν. Είναι α-πρόχειρος. Έχει δάχτυλα ενωμένα που μπαινοβγαίνουν μέσα μου δυνατά, έχει σάλιο πάνω στις ρώγες σου, έχει απαλά χάδια -πιο απαλά μικρή μου- ανάμεσα στα πόδια μου, έχει σάλιο ανάμεσα στα δικά σου. Ο Έρωτας μαζί σου είναι α- πρόχειρος. Όπως και κάθε μας συναίσθημα.
Όταν κλείνω τα μάτια μου ξεχνιέμαι στην πολύχρωμη μυρωδιά σου. Οι άνθρωποι που είναι μονοδιάστατοι δεν έχουν χρώμα. Το είχα γράψει στην πόρτα της τουαλέτας που πήγες μετά από μένα. Δε ξέρω αν το είδες. Ήθελα να συστήσω τον πολυδιάστατο ήχο σου στ’ αυτιά μου. Ανασαίνεις τόσο βαριά μέσα μου που παίρνω βάρος ασταμάτητα και για αντίποινα το σώμα μου, μου στερεί το δικό σου και νιώθω δυστυχία.
-Είναι απτή. Μπορώ να σου την περιγράψω αν θες…
-Δείξε μου…
-Έχει αίσθηση υαλόχαρτου. Σκληρού. Πιάνω το σώμα μου και γρατζουνιέμαι. Έχει γεύση χθεσινού σβησμένου τσιγάρου που άναψες το επόμενο πρωί μόλις άνοιξες τα μάτια σου. Και χρώμα θολό. Τόσο θολό που δε μπορώ να δω τι υπάρχει πέρα από αυτή. Έτσι το μόνο που μου μένει είναι αυτή…
Πάρε με από τη Γη, ρίξε μου δυο σταγόνες βροχής και πλάσε με. Όπως θες εσύ. Κι έπειτα φύσα με. Κι έπειτα δώσε μου όνομα. Κι έπειτα κάνε μου Έρωτα σε κοινή θέα. Κι έπειτα φίλα με στη θάλασσα για πρώτη φορά στη ζωή μας. Εγώ από κάτω. Εσύ από πάνω. Κι εγώ θα ανοίγω τα πόδια μου για να καθίσω πάνω στα δικά σου μόνο και μόνο για να σου βγάλω τα φρύδια σου. Και το άθλιο τσιμπιδάκι που αγοράσαμε, μου το φόρτωσες τελικά...





Τριγυρίζω επίτηδες στη σκέψη σου για να μη ξεχάσεις τη μυρωδιά μου…
 Μ


31.7.11

Σςςς...

Σ Ε  Α Γ Α Π Α Ω . . . .

22.7.11

Τίποτα..

Έχω αιώνες να γράψω ξημερώματα. Μου έχει λείψει όπως το ποιοτικό σεξ σε ερασιτέχνες εραστές. Θέλω να σου μιλήσω μα η φωνή σου κοιμάται απαλά και είναι βλάσφημο να την ταράξω. Η ανάσα σου μπαινοβγαίνει μέσα σου και ανεβοκατεβάζει το στήθος σου κι εγώ μετράω τις αναπνοές σου μπας και κοιμηθώ αλλά μάταια. Οι βλεφαρίδες μου αρνούνται να μπλεχτούν κι εγώ αρνούμαι να σε χάσω. Φοβάμαι όπως φοβόμουν το σκοτάδι δέκα χρόνια πριν. Φοβάμαι τα σκοτάδια μιας απρόσκλητης απουσίας σου και τα μάτια μου σκανάρουν το σκοτεινό σαλόνι μέχρι να σε εντοπίσω. Δε σε βρίσκω πουθενά παρά μόνο μέσα μου, κι εκεί σε βλέπω να γελάς όπως τότε που έπεσα με καλλιτεχνική φόρα και κρίμα που δεν είχαμε κάμερα, αλλά δε μου έδωσε σημασία κανείς
Ξέρεις, νομίζω πως φταίω που νιώθεις έτσι. Νομίζω πως εξιστορώντας σου τη ζωή μου σε γεμίζω ανασφάλειες. Είναι που νιώθω άνετα να το κάνω μαζί σου αλλά κατάλαβα πως αυτό κάνει κακό στη σχέση μας και μας γεμίζει ανασφάλειες. Και να σου πω και κάτι; Όλα όσα σου είπα είναι ψέματα. Δεν υπήρχε κανείς πριν από σένα. Δεν υπήρχε ζωή πριν από σένα. Σου είπα ψέματα πως ζούσα πριν σε γνωρίσω. Όχι. Δε ζούσα. Όλα ήταν ουτοπία. Δεν υπήρξε κανείς, δεν υπήρξα ούτε κι εγώ…
-Γιατί σου αρέσουν μόνο οι γυναίκες;
-Μωρέ… δεν είναι πως μου αρέσουν μόνο οι γυναίκες. Είναι το τι σου βγάζει ο κάθε άνθρωπος... έχω ερωτευτεί και άντρες.
-Και;
-Τρακάρανε τα σιδεράκια μας…….. :)
Ποτέ μου πιο πριν στη ζωή μου δε θα καταλάβαινα όσο τώρα αυτόν τον διάλογο που άκουσα πριν λίγη ώρα… τώρα που σε συνάντησα επιτέλους καταλαβαίνω… κάθε μέρα κατανοώ… κάθε μέρα μαθαίνω τη ζωή μου μαζί σου… κάθε μέρα έχει άλλη γεύση… και κάθε μέρα ζω ξανά ολοκαίνουρια έτοιμη να αρπάξω τα πάντα και να τα κάνω δικά σου χαρίζοντας σου την ίδια τη ζωή, χωρίς περιτύλιγμα και φαμφάρες, γυμνή, ολόγυμνη, όπως όταν σε πρώτο άγγιξα και τη γνώρισα η ίδια μέσα από την αύρα σου…
Τα χέρια μου τρέμουν είναι ήδη τρείς παρά και αρνούμαι να κοιμηθώ μήπως και απόψε αρνηθείς να έρθεις στον ύπνο μου. Οι ανάσες μας μπλέχτηκαν σαν παλιά συμβατικά αναλογικά τηλεφωνήματα που δεν έγιναν ποτέ κι ας βρήκαν τον δέκτη της ακρόασής τους. Σε χρειάζομαι, έχω ανάγκη να παιδεύω το σώμα σου, να λιώνω, να επιπλέω στο υγρό σου κορμί, να πνίγομαι στις πνιγμένες αναπνοές σου. Έχω γεμίσει πληγές που αιμορραγούν φόβο από κάθε μου κύτταρο, άγνωστε θεέ μου πόσο φοβάμαι, το σώμα μου μετράει τις μέρες στέρησης σε ώρες και ο αριθμός ξεπερνάει τα χιλιοστά του ύψους μου και αναρωτιέμαι αρχικά τι με κρατάει όρθια κι έπειτα αποφασίζω πως αυτό που με κρατάει είναι μια αγάπη, ένας έρωτας, ένα πάθος και όλα σε ένα αριθμό γιατί είναι μοναδικά και πρώτη μου φορά ερωτεύομαι κι ας το παραδεχτούμε, τουλάχιστον μεταξύ μας…
Η ώρα έχει πάει από τρεις παρά, τρεις και, και θα ήθελα να ξημερώσω μαζί σου κοιτάζοντας το σώμα σου ήρεμο να κυλάει στον ιδρώτα μου. Σε ψάχνω ακόμα και σε ανείπωτες λέξεις, σε φράσεις που στάζουν μαζί με μένα σε κάθε έρωτα του κορμιού σου και κυρίως σε σκέψεις που πέρασαν στο υποσυνείδητο πριν φτάσουν στο συνειδητό μου από σεβασμό στην ύπαρξη των λέξεων που δεν υπάρχουν παρά μόνο για σένα κι ας μη τις ξεστόμισα ποτέ μου γιατί δεν τις ξέρω ούτε η ίδια. Δε ξέρω αν με ακούς, δε ξέρω αν με καταλαβαίνεις, σε πρόδωσα με τον χειρότερο τρόπο τότε που σε άφησα να ονειρευτείς χωρίς εμένα εκείνη την Κυριακή και μη νομίζεις, το πληρώνω με όνειρα βάρβαρα που με ρίχνουν κάτω από τον καναπέ και με σκοτώνουν.  Σείομαι ολόκληρη και πριν ανοίξω τα μάτια μου βρίσκομαι στο χάος της σκληρότητας του πατώματος και όπου και να σε ψάξω δε σε βρίσκω ούτε καν στους αρμούς ανάμεσα στα πλακάκια. Πανικοβάλλομαι και μόνο στην ιδέα πως λείπεις έστω και μόνο για ένα λεπτό κάνοντας καθαρισμό προσώπου κάτω από χέρια απαλά, τόσο απαλά που θέλω να τα ξεριζώσω και να τα φορέσω για να νιώθεις μόνο εμένα. Σβήνω την τελευταία φράση και την ξαναγράφω έτσι για να με τσαλακώσω λίγο ακόμα για να καταλάβεις πως είμαι θνητή και πως ίσως δε μου αξίζει να φοβάσαι μη με χάσεις. Πέφτω πάνω μου και τσαλαπατιέμαι από μένα και με βρίζω που πονάω γιατί σε κουβαλάω μέσα μου και φοβάμαι μη πονέσω κι εσένα. Είσαι γυάλινη, καθαρή και κρυστάλλινη και δεν έχω δικαίωμα να σε σπάσω με τις σκέψεις μου. Είμαι ερωτευμένη αλλά δε θέλω να σου το πω δυνατά, μη το ακούσεις άλλη μία και το συνηθίσεις και ξεχάσεις να ζήσεις για να με ζητάς. Η ώρα είναι τρεις και πολύ και ανακατεύομαι πάλι που οι μέρες το καλοκαίρι είναι μεγάλες και δεν αλλάζουν στις πέντε το απόγευμα όπως τον χειμώνα και περιμένω να ζήσω μαζί σου χειμώνες ατελείωτους, καλοκαίρια μεγάλα, πολλά φθινόπωρα τεράστια και τέλος μια πανέμορφη Άνοιξη ξαναγεννημένη μέσα από τις ίδιες τις λέξεις.




Μη θυμώνεις…
Ξυπνάς το τέρας της ανασφάλειας μου…


Σ’ αγαπάω… ναι ρε γαμώτο… κι ας γίνω γραφική…


Μ

30.6.11

Τώρα

Ανασφάλεια. (η). Ουσιαστικό. Έλλειψη ασφάλειας-αίσθημα ανησυχίας-κατάσταση αβεβαιότητας που προκαλεί άγχος σε κάποιον. Νομίζω πως είναι πολύ περισσότερα από όλα αυτά αν και ο κ. Τεγόπουλος έκανε καλή δουλειά σε πρακτικό επίπεδο. Ανασφάλεια. (η). Ουσιαστικό. Μια ψυχική κατάσταση που σε τρώει από μέσα ξεκινώντας από τον λαιμό και καταλήγει να σου τρώει τον οισοφάγο μέχρι να κατασπαράξει όλα σου τα σπλάχνα και να σε αφήσει κουβαριασμένο στην άκρη του δρόμου ικετεύοντας να πεθάνεις. Τροφοδοτείται από τους ίδιους μας και προορίζεται για τους ίδιους μας. Φωνάζω; Συγνώμη. Είναι που όταν νιώθεις πως πεθαίνεις φοβάσαι ακόμα και την επόμενη στιγμή που ξημερώνει εν αγνοία σου.
Οι ορμόνες που καταναλώνω καθημερινά, έξι στο σύνολο, με εξουσιάζουν αλλά δεν είναι ούτε αφορμή ουτε αιτία. Μέρες τώρα, μπορεί να πλησιάζω και βδομάδα, ή να έκλεισα βδομάδα, τα βράδια πνίγομαι και σε ψάχνω με την αφή και την ακοή μου. Η μία συνδαυλίζει την άλλη σε μια προσπάθεια επιβίωσης της αντοχής μου. Προσπαθώ να κατανοήσω το πριν, το τώρα και κάπου ανάμεσα, και όχι ύστερα, το μετά. Ασχολούμαι με το μετά λίγο περισσότερο από όσο αξίζει στο μετά μου κι αυτό με κάνει να βγαίνω από την ροή μου και να αλλάζω ρότα και χάνω το παρόν μου. Μου είναι δύσκολο ένα παρόν που δε σε έχω απέναντι μου κάθε φορά που φοβάμαι πως σε χάνω ψάχνοντας σε αλλόκοτους προορισμούς που δεν αντιλαμβάνομαι την πορεία τους. Με ενοχλεί να μην σε αντιλαμβάνομαι. Χάνομαι μέσα σε αδηφάγα συναισθήματα, παράγωγα λέξεων, που πλήττουν θανάσιμα τις σκέψεις μου δηλητηριάζοντας το μυαλό μου με εικόνες ‘‘δούρειους ίππους’’ που δείχνουν λογικές και προσβάλλουν κάθε σκεπτικό μου κύτταρο τελικά και το θανατώνουν. Είμαι παράλογη; Χτες είπες ναι. Δεν σε αμφισβητώ. Είναι που δε ξέρω πώς να σε καταλάβω, ίσως ήταν πιο εύκολο να σε έχω απέναντι μου και να σε κοιτάω κι έτσι ίσως καταλάβαινα τα πάντα χωρίς λέξεις, ορισμούς λέξεων, τονισμούς σωστούς ή λαθεμένους με παραπλανητικά συμπεράσματα ανάλογα με την αντίληψη του κάθε μυαλού ξεχωριστά. Και ναι, ξέρω, το μυαλό μου μπορείς και το διαβάζεις εύκολα, αλλά χτες δε το καταλάβαινες αλλά δε φταίω, όχι δε φταίω, είμαι λίγο λιγότερο δηλητηριασμένη από τη ζωή που βρήκα να πεθαίνει χτες στην άκρη του δρόμου γι αυτό επιβιώνω. Συγχώρεσε με. Δε ξέρω που κάνω λάθος, δε ξέρω που βρίσκεται η έννοια του σωστού, δε ξέρω καν το όριο που χωρίζει το σωστό από το λάθος και όλα αυτά με την προϋπόθεση πως το λάθος και το σωστό υπάρχουν ως έννοιες. Κάθομαι και σου γράφω, σου μιλώ με σύμβολα γραμματικά, ακούω τη φωνή σου να παίζει με τον μικρό που κάθε μέρα κάθε άλλο παρά μικρός μου αποδεικνύει πως είναι αλλά μικρός θα είναι για πάντα στο μυαλό μου. Βιώνω την καθημερινότητά σου με την ακοή μου, λαμβάνω ήχους που προσδιορίζουν την διάθεσή σου και μου λείπει λίγο να σε βιώνω με την αφή ακόμα και σε μια άλλη πραγματικότητα. Θέλω να σου κάνω Έρωτα παιδεύοντας το κορμί σου όντας αόρατη για όλους πλην εσού θέλω να γίνω αίσθηση και να ξεκουράζομαι μέσα σου. θυμήθηκα που με ρώτησες κοντά στο Πάσχα αν είναι υπερβολή να κάνουμε Έρωτα τόσο πολύ, τόσο συχνά και σου είχα απαντήσει πως όχι και πως για την ακρίβεια νομίζω πως μπορώ να θέλω παραπάνω, κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο και τώρα σε έχω μόνο τις ώρες που συναντιόμαστε και μου λείπεις, θεέ μου πόσο μου λείπεις, και τρελαίνομαι μόνο στην ιδέα πως ίσως κουραστείς να μη μας έχεις και τότε εγώ τι;
Είμαι για πρώτη μου φορά ερωτευμένη, πλησιάζω τα τριάντα τρία και είμαι για πρώτη μου φορά ερωτευμένη και αυτό είναι τέλειο, αισθάνομαι σαν μια ανέγγιχτη κοπέλα που πρώτη της φορά έκανε έρωτα και τα μάγουλά της κοκκινίζουν από ευχαρίστηση, τόση πολύ ευχαρίστηση, τόσο υπέροχη, σχεδόν αμαρτωλή, και θέλει να σωπάσει ενώ ταυτόχρονα να φωνάξει δυνατά σε όλους πως πέρασαν οι μέρες της ζωής της κι επιτέλους της συνέβη να ερωτευτεί κι επιτέλους γνωρίζει, τώρα πια γνωρίζει, ακόμα και αν χρειαζόταν να ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου για να λάβει αυτή τη γνώση. Θα μπορούσα να φτάσω ως την άκρη του κόσμου για να σε βρω, με πιστεύεις; Πίστεψέ με… ξέρω πως μπορείς. Ακόμα και όταν φαίνομαι σκληρή, είμαι σκληρή, είσαι πιο δυνατή από μένα γιατί με μια σου λέξη μπορείς να με τοποθετήσεις σε θέση ευάλωτη κι αυτό γιατί εκείνη τη στιγμή εκείνη η θέση είναι που μου ταιριάζει για να δω τα πράγματα αλλιώς.
Ελπίζω να μη σε κουράζω με τις σκέψεις μου, ελπίζω να μη σε διώχνω με τους φόβους μου, αν συμβεί δε θα με συγχωρήσω ποτέ, και τότε θα πρέπει να αυτοκτονήσω για να σε βρω ξανά κάτω από άλλους όρους και συνθήκες και ίσως γίνω εγώ ο ‘‘μικρός’’ και να απολαμβάνω τις στιγμές σου χωρίς να με εμποδίζει κανείς. Ούτε εσύ.
Ξεπέρασα τον εαυτό μου και σήμερα, αναλύθηκα, και αυτοαναλύθηκα λίγο πιο οδυνηρά από άλλες φορές αλλά μου αρέσει γιατί ξεκαθαρίζομαι και ξεπλένομαι. Αναλαμβάνομαι με σκοπό να κατανοηθώ από μένα πρώτα κι έπειτα από σένα. Το μερίδιό μου αναλήφθηκε από έναν εαυτό λίγο λιγότερο σκληρό από χτες. Δε ξέρω πόσες λέξεις είχα ως όριο να καταναλώσω για να σου μιλήσω αλλά τα όρια υπάρχουν για δύο λόγους: Για να τα ξεπερνάμε και να τα σεβόμαστε μη ξεπερνώντας τα. Σε όποια κατηγορία και αν ανήκουμε ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής εγώ θα ακολουθώ το Εμείς και θα ευτυχώ μέσα από τα μάτια σου…



Μ

28.6.11

sine


Ξέρω αυτό το αίσθημα του φόβου της απώλειας… το νιώθω συχνά και όταν δε το νιώθω είναι γιατί νιώθω εσένα να αναπνέεις δίπλα μου… είναι που σε πιάνω και φιλάω το σώμα σου ολόκληρο από έξω προς τα μέσα και όταν φτάνω το κέντρο της καρδιάς σου εκεί με βρίσκω ολόχρυση… τότε ξέρω… τότε γνωρίζω… τότε νιώθω… και όταν δε με βρίσκω εκεί ψάχνω στη μαλακή ουσία των εικόνων σου και πάλι με βρίσκω. Είμαι λευκή. Ψάξε μέσα μου, σε όποιο σημείο μου θες και τότε δε θα αμφιβάλεις για μένα ξανά. Ξέρω πως πιάνω τον εαυτό μου φοβισμένο στα πιο σκοτεινά σημεία μου, είναι κομμάτι του παιχνιδιού του Έρωτα. Ίσως γι αυτό να μένουμε ακόμα τόσο ερωτευμένοι ο ένας με την ύπαρξη του άλλου…
Μόνο μην αφήσεις τον φόβο να σε πάρει μακριά μου…
Μόνο μην αφήσεις την απουσία να σε γονατίσει…
Μόνο να μείνεις…
Να αναπνέεις μέσα μου…
Κι έτσι θα έχω λόγο να αναπνέω κι εγώ…


Σ’ αγαπάω…
Σ’ αγαπάω ρε γαμώτο.. ακούς;


M

23.6.11

Το Ξέρεις...;



Τ' απογεύματα τ' άδεια

που βουλιάζω μακριά σου
της ζωής μου το βήμα
θ' απλώνω στο κύμα και θα σε ζητώ

Και στης νύχτας τις μπόρες
θα γλιστράω στα φιλιά σου
κι αναμνήσεις σαν χάδια
φωτισμένα καράβια θα περνάν στο μυαλό

Κι όπως κρατάει η βροχή το ρυθμό
και σαν τρελή η καρδιά μου χορεύει ταγκό
εγώ μέσα σε δρόμους καθρέφτες θα ψάχνω τους φταίχτες
που χάνω όλα αυτά που αγαπώ

Στις στιγμές που κυλάνε
όλα τ' άστρα μου σβήνω
στην αυλαία που πέφτει
απ' του χρόνου το ξέφτι ζητάω να πιαστώ

Κι όσα έχω σημάδια
με όνειρα θα τα ντύνω
σαν παλιό ραβασάκι
σε λιωμένο σακάκι θα σ' αναζητώ



Ο χρόνος είναι μια ψευδαίσθηση. Παραμέλησέ τον, ζήσε μαζί μου, μόνο αν θες... κ ύστερα κάθε φόβος θα γίνει παρελθόν... Πίστεψέ με, νιώσε με, άσε με να σε αγγίξω, κ κάθε φόβος θα φύγει. Θα δεις ότι μόνο η δική μου αύρα σε τυλίγει. Κλείσε τα μάτια σου... υπάρχω εκεί; Υπάρχω, όπως υπάρχεις εσύ μέσα μου;   


(τα απογεύματα θα είμαστε μαζί; θα γεμίζει το σπίτι από την παρουσία σου; θα είμαστε μαζί; -«Μόνη αλήθεια είναι ο παράφορος έρωτας», Alfred de Musset)


16.6.11

**&*


Δε ξέρω πώς να εκφράσω όλα όσα θέλω να σου πω… είναι που το κεφάλι μου είναι στο ταβάνι και δε μπορώ να το κατεβάσω κι έτσι οι σκέψεις μου είναι πάνω από το σώμα μου. Νιώθω τόσο αδύναμη που αυτή τη στιγμή δε μπορώ να σε πιάσω και περιμένω πως και πώς να μου συμβεί και πάλι να σε έχω δίπλα μου… κάθε φορά είναι τόσο διαφορετικά και αυτό είναι που με κάνει να σε ερωτεύομαι από την αρχή. Είμαι περίεργα χωρίς να μπορώ να σε πιάνω όταν σκέφτομαι πως χτες σε κρατούσα μέσα μου, σε φιλούσα, ένιωθα το κορμί σου να τρέμει πάνω μου… προσπαθώ να σου μιλήσω και δε ξέρω τον τρόπο. Νιώθω να τρέμω από ανασφάλεια και συγχώρεσε με που φοβάμαι μη σε χάσω. Συγχώρεσε με που το μυαλό μου καμιά φορά κολλάει σε εικόνες που φτιάχνει από μόνο του, δε το θέλω, καμιά φορά λειτουργεί αυτόνομα. Θέλω να έρθω να σου φωνάξω πως σε θέλω τόσο απόλυτα που δεν ανέχομαι κάτι άλλο να υπάρχει πέρα από σένα κι εμένα και αλήθεια σου λέω πονάω, πονάω παντού και δε ξέρω τι να κάνω για να πάψω, πονάω που σκέφτομαι τόσο μικρόμυαλα για σένα, πονάω να φοβάμαι μη σε χάσω, πονάω να λιώνω που δεν είσαι εδώ, πονάω να λιώνω που είσαι εδώ και δε μπορώ να σε αγγίξω με τα μάτια ανοιχτά, κλείνω τα μάτια μου για να σε δω να διαβάζεις, κλείνω τα μάτια μου για να φύγω από την πραγματικότητα που σε κρατάει μακριά μου, κλείνω τα μάτια μου για να παίξω μαζί σου, είναι το αγαπημένο μου παιχνίδι να παίζω μαζί σου, κλείνω τα μάτια μου να πιάσω τα δικά σου, και μόνο τότε μπορώ και χαίρομαι, μόνο τότε αλήθεια… θέλω να έρθω να σε βρω, θέλω να έρθεις, θέλω να μην έρθει κανείς και να βρεθούμε κάπου άγνωστα και οι δυο μας και για τις δυο μας και τότε να ξεκινήσουμε και πάλι από την αρχή μια ζωή που δε ζήσαμε, σαν να μη ζήσαμε ποτέ πριν από αυτή κι έπειτα σαν πρωτόγονοι άνθρωποι να φτιάξουμε μια δική μας με δικούς μας κανόνες και νόμους, χωρίς κανόνες και νόμους, το κεφάλι μου θα σπάσει, είναι στη σοφίτα μόνο του, τρέμει το μυαλό μου κάπου εκεί πάνω, μου λείπουν μερικά φιλιά από εκείνα που δε πείρα χτες για κάποιον λόγο που δε με νοιάζει, ξέρω πως μ’ αγαπάς και αυτό δεν έχει να κάνει με τα φιλιά σου που πήρα ή δεν πήρα, θέλω να φύγουμε, σήκω να φύγουμε κι έπειτα αν είναι να γυρίσουμε να γυρίσουμε, δε με νοιάζει, αγάπη μου, αρκεί να είμαστε μαζί, ίσως σ’ εκείνον τον φάρο στο όνειρό μου -πως μπορούμε να βρούμε πως θα μείνουμε σε έναν φάρο αγάπη μου;- ίσως κάπου αλλού, ίσως πουθενά στο πουθενά ίσως παντού στο πουθενά δε με νοιάζει, δε με νοιάζει σου λέω, μόνο να φύγουμε και δε ξέρω αν θα είμαι η καλύτερη για σένα, δε ξέρω, δε μπορώ να σου υποσχεθώ πως θα είμαι, και να το κάνω δε ξέρω αν θα μπορέσω να κρατήσω αυτή την υπόσχεση για πάντα αλλά το μόνο που ξέρω είναι πως θα είμαι αυτή που ξέρεις και αν με γνωρίζεις κάθε μέρα από την αρχή εύχομαι να μπορείς να με αγαπάς και πάλι από την αρχή όπως τώρα όπως κάθε πρωί που ξυπνάς, όπως κάθε μεσάνυχτα στις δώδεκα και μηδέν μηδέν  που ξεκινάω να σε αγαπάω εγώ στην απαρχή της καινούριας μέρας. Το κεφάλι μου θα σπάσει, σου το είπα το ξέρω, απλά σου το λέω ξανά για να με δικαιολογήσεις αν νόημα δε βγάζεις στις μεγάλες παραγράφους και τις ατελείωτες προτάσεις χωρίς τελεία, γιατί δε σου μιλώ παρά μόνο για μένα για σένα και, αγάπη μου αλήθεια υπάρχει κάτι άλλο αυτή τη στιγμή; Νομίζω πως ο κόσμος είναι φτιαγμένος από μικρές Εμένα και Εσένα κι έτσι όπου και να βρεθώ σε συναντώ αλλά η αύρα σου είναι διαφορετική και ο κόσμος μικρός χωρίς εσένα και πνιγηρός και δε θέλω άλλο αυτόν τον κόσμο τον μικρό και τον πνιγηρό, θέλω τον άλλο που έχει μικρές Εμένα κι Εσένα και όλο αυτό μέσα στο Εμείς που μόνο Εμείς καταλαβαίνουμε και μια μέρα να δεις, θα γίνει κι αυτό και τότε, τότε αγάπη μου, θα φοβάμαι λιγότερο την σκιά μου μη σε κλέψει από μένα και τότε, αγάπη μου, θα είμαι μικρή παλλόμενη ίνα στα χέρια σου κι έτσι θα βρίσκομαι παντού… σε περιμένω… πάντα σε περιμένω… πάντα περιμένω τα όνειρά μας να μπλέκονται και το πρωί να υλοποιούνται στα σώματά μας αγάπη μου… αγάπη μου… αγάπη μου…

M

7.6.11

Η κοπέλα με το ωραιότερο όνομα

Χτες ημουν τρομοκρατημένη. Φοβισμένη κι ελαφρώς αποφασισμένη να πηδήξω στο κενό και να πεθάνω. Ένιωθα σαν ψάρι που λόγω λειψυδρίας στέρεψε η λίμνη του κι εκείνο χωρίς νερό απλά σπαρταράει ακούσια μέχρι να πεθάνει. Το ήξερες πως ακόμα και τα ψάρια χρειάζονται οξυγόνο; Απλά σε υγρή μορφή…
Σήμερα ξύπνησα με μια αίσθηση απώλειας στ’ αριστερά. Σήμερα ξύπνησα με μια αίσθηση απώλειας στ’ αριστερά. Έπιασα το στήθος μου κι αισθανόμουν πως έλειπε ένα σημείο. Μάλλον φταίει που χτες ήρθες και έπεσες αργά το βράδυ στο κρεβάτι μας και δε μου έφτασαν οι ώρες ύπνου δίπλα στο κορμί σου. διαμαρτυρήθηκα λίγο, κρεβατομουρμούρισα αλλά ήρθες και με αγκάλιασες και μου ψιθύρισες κάτι όμορφο κι ας μη το θυμάμαι πια. Έβαλες το χέρι μου και τύλιξες το κορμί μου κι έτσι ήρθες και κόλλησες πάνω μου και κοιμηθήκαμε η μία μέσα στην άλλη. Φυσάει λίγο και η κουρτίνα κάνει θόρυβο και κινείται και κάνει όλο το σαλόνι να γεμίζει πορτοκαλί ήχους. Ο μελωδός μας παίζει ασταμάτητα και τι ωραία που τον άκουσες σήμερα από μόνη σου! Πλησιάζει η ώρα να φύγω και νιώθω λίγο άδεια όλη μέρα χωρίς εσένα αλλά οι ρόλοι είναι ήδη διαχωρισμένοι, εγώ θα σε φροντίζω και θα σου μαγειρεύω κι εσύ θα φέρνεις τα λεφτά να ζούμε και να μου αγοράζεις κάθε φορά καινούριες κατσαρόλες τάδε μεγέθους, τάδε μεγέθους δεν έχω αγάπη μου!!! Α! και μια φόρμα για κέικ θέλω και μη γκρινιάζεις, έλα αύριο θα πάμε στο σούπερ μάρκετ για ψώνια. Να περάσεις να με πάρεις από τη δουλειά, ναι αγάπη μου; Μη με ξεχάσεις! Το αμάξι μου έγινε σου αλλά επειδή σε εξυπηρετεί τώρα πια δε το λες ΚΑΠΗ αλλά τέτοια είσαι, τέτοια ήσουν πάντα. Αλλά πάντα σ’ αγαπάω γιατί πάντα είσαι τόσο όμορφη από μέσα προς τα έξω και το ανάποδο. Περιμένω να γίνει Τετάρτη να σε πάρω πάλι αγκαλιά να σε σηκώσω να σε φιλάω, να πιάνω το κορμί σου και αχόρταγα να καταπίνω τις στιγμές μαζί σου και να δεις πάλι θα περάσουν πέντε ώρες και πάλι χαμπάρι δε θα πάρω και πάλι γαμώτο θα κινδυνεύουμε να χάσεις το αεροπλάνο και δεν έχει και τένις την Τετάρτη και πως θα περάσει η ώρα σου εκεί; Έτσι είπες αγάπη μου.. το είπες… όοοοοοοχχχχχιιιιι… το είπες… αλλά πάλι σε λατρεύω…
Το τώρα μου μαζί σου είναι εν αναμονή του πλησιέστερου αύριο. Θέλω τη μυρωδιά του κορμιού σου στα χέρια μου, στο σώμα μου, το πρόσωπό μου, στο δέρμα μου, θέλω να πιάσω από την αφή σου και να σταματήσω τον χρόνο πριν γίνει αδυσώπητος και σε πάρει πάλι. Μικρές κλεμμένες στιγμές από μια καθημερινότητα τόσο απόλυτα μαζί και τόσο διαφορετική που ακόμα και αν δεν αγγίζω το κορμί σου αγγίζω τη φωνή του κορμιού σου και αυτό με κάνει πλήρη στο επίπεδο του μυαλού που σε ψάχνω. Πάει τρεισήμισι λείπεις, αλλά θα σε συναντήσω λίγο πριν το επόμενο πάτημα του φρένου στο παρκινγκ της κλινικής. Το χτες και το σήμερα απέχουν μερικά έτη φωτός, είμαι εγωίστρια μαζί σου, δε θέλω για τον  εαυτό μου, δε μπορώ χωρίς να σε νιώθω, το μυαλό μου μοιάζει λοβοτομημένο χωρίς τη σκέψη σου, το σώμα μου είναι ανάπηρο με τα μάτια στραμμένα προς το κενό μέχρι να μπουν τα δικά σου στο οπτικό μου πεδίο. Είσαι η πιο όμορφη που συνάντησα ποτέ μου…


Είσαι η κοπέλα με το ωραιότερο όνομα του κόσμου….

M

3.6.11

fuga


Λυπάμαι κάθε φορά που συνοφρυώνεσαι όταν δεν είναι απόλαυση. Έξω βρέχει κι εγώ φοβάμαι ακόμα και να φανταστώ πως θα είναι να μη μπορώ να συντηρήσω τον εαυτό μου. φοβάμαι να ξεκουμπιστώ από όλα όταν λείπεις εσύ. Φοβάμαι ακόμα και την σκιά μου τα βράδια όταν σηκώνομαι να πάω να πιω νερό. Φοβάμαι μήπως και αυτόν τον συγκάτοικό μου πρέπει να τον χρεωθώ και ας είναι η απόδειξη πως υπάρχω κάθε φορά που τα φώτα σβήνουν. Φοβάμαι μήπως μου ζητήσει ανταλλάγματα για την ανυπόστατη ύπαρξή του που κάνει εμένα να είμαι απτή. Καμιά φορά φοβάμαι μήπως με εγκαταλείψει και η σκιά μου και συνειδητοποιήσω πως είμαι νεκρή ένα βράδυ που θα πάω να πιω νερό κι εκείνο θα τρέχει από τις τρύπες έξω από το σώμα μου. φοβάμαι μην τυχόν και ανοίξω το ψυγείο και το χέρι μου είναι διάφανο και δε καταφέρω να βρω τη δύναμη να ανοίξω την πόρτα. Ζω στην εποχή της ανασφάλειας και το πιο δύσκολο κομμάτι είναι να το αποδεχτώ. Δεν έχω που να πάω. Δεν έχω που να ζήσω. Συγγνώμη για την συγκατάβαση μου…
Θέλω τη μέρα που θα έρθεις να γίνουν όλα τόσο σωστά που καμιά φορά χάνω την έννοια του σωστού και του λάθους και απλά τοποθετώ το σωστό στην εκπλήρωση των εικόνων που έχω πλάσει μαζί σου. Εγώ, εσύ, μαζί όταν θα έχεις στα χέρια σου το χαρτί και τα πράγματα στη δουλειά μου θα έχουν ισορροπήσει. Κάποια στιγμή θα αλλάξω δουλειά, το υπόσχομαι και δε ξέρω πόσο δύσκολο θα είναι τότε αλλά τουλάχιστον θα κάνω αυτό που θέλω τη στιγμή που δε θα φοβάμαι να μην έχω φράγκο στην τσέπη μου… νιώθω ανασφαλής και σε αυτόν τον τομέα αυτή τη στιγμή και γενικώς πνιγμένη και, ναι, ίσως και λίγο φοβισμένη και απογοητευμένη που βρίσκομαι για πρώτη φορά σε τόσο περίεργη κατάσταση κι ας μη σου το έχω πει ποτέ… συγχώρεσέ με για ότι άσχημο σου δημιουργώ και αν θες μη μου κακιώσεις. Σου το λέω πως τα πράγματα θα φτιάξουν, θα αλλάξουν προς το καλύτερο, όποιο καλύτερο κι αν είναι αυτό που ονειρευτήκαμε…
Έξω σταμάτησε να βρέχει, παρόλο που μπουμπουνίζει ακόμα σημάδι πως η στιγμή η τωρινή θα αλλάξει από λεπτό σε λεπτό. Έξω σταμάτησε να βρέχει αλλά μέσα μου κρύβω κεραυνούς που με καίνε καθώς νιώθω ό,τι νιώθεις, καθώς η εικόνα σου είναι μπλεγμένη με θυμό, απογοήτευση, εκνευρισμό και λύπη. Είμαι μαζί σου… ακόμα και αν είμαι μακριά σου.. είμαι μαζί σου.. ακόμα και αν το σπίτι μας δεν έχει ακόμα κατσαρόλες… είμαι μαζί σου… μαζί σου κάθε πρωί που ξυπνάω στις εννιά και σου τηλεφωνώ κι έπειτα ανεβαίνω στη σοφίτα και κοιμάμαι μαζί με την ανάσα σου και-θεέ μου- πόσο δίπλα μου σε έχω… σε νιώθω στο ίδιο κρεβάτι με μένα… απλώνω το χέρι και σε αγκαλιάζω από τη μέση σήμερα το πρωί… πέρασε μιάμιση ώρα έτσι και ούτε που κατάλαβα γιατί έτσι έμαθα να κοιμάμαι και να ξυπνάω μαζί σου… Έξω σταμάτησε να βρέχει μα ακούω να βροντάει όπως όταν θυμώνω.. να αστράφτει όπως όταν ολοκληρώνω μαζί σου την πιο όμορφη ερωτική πράξη της ζωής μου… δε βρέχει πια.. οι μόνες ψιχάλες είναι εκείνες που τραμπαλίζονται πάνω στα σύρματα της μπουγάδας και πέφτουν κάτω στη Γη όπως όταν λυπάμαι που λείπεις…

Μείνε… χωρίς όμως να με υπομένεις…
Μείνε… χωρίς όμως να συμβιβάζεσαι..
Μείνε… με μένα…
Μείνε… για τις στιγμές της όμορφες που δε ζήσαμε ακόμα…
Μείνε..


M

31.5.11

sanctum amoris

Ξεροί καημοί και νερό θαλασσινό
το σώμα σου κόλλησε στο σώμα μου
με τον πανσέληνο πόνο του χειμώνα.
Ακούς νερά που χύνονται στα μέσα των ποδιών σου;

Ανάμεσα στα όνειρα σπαράζει η ζωή μας,

ανάμεσα στα όστρακα παφλάζει η καρδιά μας.


Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος 
με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.

Πάνω από την θάλασσα, στη μεριά του ανέμου
στα μαύρα ντύνεσαι κι ανοίγεις το σκοτάδι
σηκώνεις τα άστρα σε χορό
και το κορμί μου σ' άγριο ποτάμι.


Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.




Μ




Προσωπικά δεν έχω αισθήματα για σένα φιλικά
μονάχα βήματα θιγμένα ερωτικά,
που μ' αναγκάζουνε να φεύγω βιαστικά


Προσωπικά δε θέλω τίποτα μαζί σου, λογικά

μου πάει ο ήχος της φωνής σου τραγικά
και δεν αλλάζω το κορμί σου με την άψογη ζωή σου
τελικά



Προσωπικά εγώ τρελαίνομαι,

το παραμύθι σου και να 'μαι και να φαίνομαι
Προσωπικά δεν έχω αίσθηση
αυτό που ζούμε αν είναι αλήθεια ή παραίσθηση
προσωπικά



Προσωπικά, εμένα ο χρόνος μου γυρίζει κυκλικά

κι αλλάζει ο τόνος μου στο τέλος ειδικά
γι' αυτό να ξέρεις κι επιμένω, κι ας μου το 'χεις ξεγραμμένο
οριστικά 



(υπάρχεις ακόμα στο σώμα μου, υπάρχεις ακόμα στις σκέψεις μου, υπάρχεις συνέχεια μέσα στη ζωή μου, από τη πρώτη στιγμή που ανέπνευσα, μέχρι τη τελευταία...)

(λίγες στιγμές μαζί σου περισσότερο, μέσα στο άγχος, αλλά κ μέσα στα χέρια μου, δίπλα στην αναπνοή μου, κοντά στα χείλια μου, για να θυμάμαι εσένα, για να νοσταλγώ εσένα, για να μου λείπεις εσύ, κ ας είσαι εδώ, κ ας είσαι παντού... - τώρα μπορείς να μου απαντήσεις; πως τα κατάφερες κ με έκανες κ σε ερωτεύτηκα έτσι; με τόση ένταση, με τόσο πάθος, με όλα εδώ και όλα παντού στο εμείς, στο μαζί... )

pluvia

Χτες έβρεχε καρέκλες κι εγώ καθισμένη στο μπαλκόνι μάζευα καρεκλοπόδαρα για να τα φυτέψω στην γλάστρα με την Λουΐζα που τελικά δε κατάφερα να σώσω. Σκέφτηκα πως αν χαλάσουν οι δικές μου θα φυτρώνουν για χρόνια καρεκλοπόδαρα κι έτσι δε θα ξεμείνω από ανταλλακτικά για τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια. Και κάθε φορά που βρέχει μαζεύω σπόρους και τους κρατώ φυλαγμένους στην βροχοσακούλα του δύο χιλιάδες δέκα. Όταν σε γνώρισα έβρεχε κι από τότε αποφάσισε ο καιρός να βρέχει σε κάθε ερχομό σου..
Ακούω την ανάσα σου καθώς κοιμάσαι και νανουρίζω τις αισθήσεις μου να μη κάνουν θόρυβο και σε ξυπνήσω. Έχω μια αίσθηση πως κοιμάσαι στα πόδια μου καθώς σε πήρε ο ύπνος βλέποντας ταινία κι έπειτα αποφάσισες να ονειρευτείς. Η ζωή μου αποκτά υπόσταση, γίνεται όλο και πιο έντονη, οι στιγμές μας γίνονται απτές μέσα στις κυλιόμενες ώρες της σοφίτας σε κρατάω στα χέρια μου, δε το πιστεύω, νιώθω μπερδεμένη και περιμένω να σε δω να τρέμεις ξανά και ξανά για να νιώθω τον παλμό σου στην αύρα μου. Ξαπλώνω στο στήθος σου ακούω την καρδιά σου να χτυπάει στο στέρνο σου και νιώθω πλήρης και μου φτάνει που σε κρατάω μέσα μου.  Ξαπλωμένη πάνω σου για ώρες και ακόμα δε μπορώ να υπολογίσω τον χρόνο που κυλά ακανόνιστα γιατί αν ήταν κανονικός σίγουρα θα ήταν με το μέρος μας. Μέχρι τη στιγμή που μας λυπήθηκε και κοντά στις πεντέμισι μας χάρισε μερικές στιγμές παραπάνω. Αγχωτικές μεν, στιγμές δε. Αγκαλιές παραπανίσιες φιλιά υπολειπόμενα και όλα αυτά χαρισμένα με χαρτί περιτυλίγματος σε καφέ χρώμα και μια ιστορία που μοιάζει τόσο οικεία όσο και το ίδιο το κορμί σου που φίλησα σήμερα και ποτέ μου δε χόρτασα και για κάποιον λόγο δε θα χορτάσω και να ξέρεις πως την επόμενη φορά θα γεννηθούμε σε παράλληλο ίδιο χρόνο….
Σςςςς… ακούω την ανάσα σου και κλείνω τα μάτια μου και χάνομαι κάπου ανάμεσα στα πόδια σου αφήνω υγρές στιγμές να έχεις να λιώνεις όταν τις θυμάσαι και σου υπόσχομαι πως κάθε φορά θα αφήνω σημάδια να συλλέγεις στιγμές ατελείωτες… Σςςςς…. Ακούω να όνειρά σου και παρακολουθώ τις εικόνες σου και βασίζομαι πάνω τους, κρεμιέμαι, τραμπαλίζομαι πέφτω και δε τσακίζομαι γιατί τα όνειρά σου είναι απαλά… ανάσες κοφτές έντονες, λιγότερο έντονες κι έπειτα εκρηκτικές. Γίνομαι ερωτική σταγόνα μόνο και μόνο για να κυλίσω πάνω σου. Ιδρώνει το κορμί μου, στάζει πάνω σου, μουσκεύει το δικό σου κι έπειτα σε φυσάω για να ανατριχιάσεις και να χαμογελώ ικανοποιημένη να σε κρατάω τόσο μέσα μου…
-Σε πονάω;
-Ναι..
-Να βγω;
-Ναι…
Δε περίμενα ποτέ το σώμα μου να ακολουθούσε τον ρυθμό τόσο αρμονικά ξεχνώντας πως μια ζωή σου άνηκα και ήμουν δική σου… αλλάζω… μέρα με τη μέρα αλλάζω… και αλλάζω μαζί σου… και αυτό είναι από μόνο του πανέμορφο… ξέρω πως δεν έχω ζήσει παρόμοια ξέρω πως ούτε κι εσύ η κάθε μία στη δική της ζωή… σε ερωτεύομαι ξανά και ξανά κάθε πρωί που ξυπνώ δίπλα σου και ο χρόνος σταματά στιγμιαία στις ανάσες μας… είμαι τόσο γυναίκα, παιδί, άνθρωπος, μαζί σου… Νιώθω τα πάντα από την αρχή… σαν να γεννήθηκα και μόλις συλλάβισα τα πρώτα μου «αγκού» ερωτικά και περιέργως νιώθω οικεία ακόμα και μόλις γεννημένη… γεννιέμαι ξανά και ξανά κάθε στιγμή…
Σε ερωτευομαι...
Μου λείπεις… δυο στιγμές, μια ζωή, νομίζω πως κάθε φορά είναι βάσανο και πιο πολύ νομίζω πως είναι τιμωρία… να σε έχω, να γλιστράς, να χάνεσαι αλλα όλα αυτά για να έρθεις ξανά….
Μείνε.. μείνε άλλη μια φορά….

M


25.5.11

fulminis

Κάθε νυχτερινή ώρα μακριά σου είναι ώρα ανασφάλειας. Δε ξέρω τι με έχει πιάσει τελευταία και βλέπω παντού παράθυρα που μπορούν να σε κάνουν να φύγεις από μένα. Ξέρω πως δεν επιλέγεις να πηδήξεις αλλά τα παράθυρα είναι εκεί ορθάνοιχτα και καμιά φορά ακούω φωνές να σε καλούν και αναρωτιέμαι αν τρελάθηκα ήδη ή αν τρελαίνομαι σιγά σιγά. Η πέμτη μέρα κύλησε κι έφυγε και μένουν άλλες πέντε μέχρι τη στιγμή που θα σε έχω απέναντι στα μάτια μου και θα προσπαθώ να κρατήσω την εικόνα σου για πάντα. Τα χέρια μου θα τυλίγουν εσένα ολόκληρη και θα προσπαθώ να φυλακίσω την αίσθηση σου για αιώνες. Τα χείλη μου θα κολλήσουν στα δικά σου και θα προσπαθήσω να κρατήσω τη γεύση σου μέχρι το τέλος. Σιωπή και ησυχία. Και φόβος και ανασφάλεια. Θέλω να τρέξω να φωνάξω το όνομά σου, να ακούσω τη φωνή σου κι έπειτα να κοιμηθώ στην αγκαλιά σου ως το πρωί και αν δε κλείσεις τα πατζούρια θα ξυπνήσω στις πεντέμισι και θα σε κοιτώ να κοιμάσαι και θα νιώθω μοναδικά γεμάτη μόνο με την εικόνα σου…
Σκοτείνιασε έξω. Δε φυσάει πια όπως το απόγευμα και οι μελωδίες δε φτάνουν μέχρι τ’ αυτιά μου όμως είναι εκεί κρεμασμένες στο μπαλκόνι μου και περιμένουν ένα χάδι για να μουρμουρίσουν ξανά. Μισώ τα βράδια που με κρατάνε μακριά σου. Μισώ κάθε στιγμή που χάνω από την καθημερινότητά σου και ναι είμαι εθισμένη και ναι δε ντρέπομαι πια να το πω. Βουλιάζω και αναδύομαι με ρυθμούς που ούτε καν αντιλαμβανόμουν πως θα έπιανα σε ταχύτητα ποτέ μου και τα πόδια μου ήταν αγύμναστα για τέτοια διαδικασία αλλά δε λαχανιάζω και συνεχίζω πιο γρήγορα από πριν. Είσαι τόσο ελεύθερη μέσα μου που χορεύεις πάνω σε κάθε χτύπο της καρδιά μου και ναι κοντεύω να γίνω γλυκανάλατη οπότε το κόβω.
Το απόγευμα μαγείρεψα για λίγο μαζί σου κι έπειτα έκοψα το δάχτυλό μου λίγο στο ίδιο σημείο και θυμήθηκα πως η γιαγιά είχε πει πως όταν χτυπάς ένα σημείο εκείνο μεγαλώνει και το χτυπάς συνέχεια γι αυτό λέμε «θα μεγαλώσεις, δε πειράζει» κάθε φορά που χτυπούσαμε μικροί. Και τώρα οφείλω να το ομολογήσω πως θέλει ράμματα και ναι υπερβάλω ως τον ουρανό αλλά θέλει ράμματα, γύρω στα οκτώ χιλιάδες, και ναι υπερβάλλω αλλά ναι τόσα θέλει κι ας μη με πιστεύεις…
Το γόνατό μου άφησε σημάδι το ξέρεις; Όχι δε το ξέρεις αλλά θα σου το δείξω τη Δευτέρα και θα το ξέρεις στο εξής. Ίσως μείνει εκεί για πάντα για να μου θυμίζει την πρώτη μας κοινή ζωή κι έπειτα να μη ξεχνάω πώς να ζήσω τη δεύτερη και την τρίτη και όσες θέλουμε να ζήσουμε οι δυο μας.

Μπαινωβγαίνω στα κλειστά σου δωμάτια και διαπιστώνω πόσο μου λείπει να διαβάζω μερικές ανακατεμένες σκέψεις σου….

Θέλω να αγγίξω την πνοή σου όταν κοιμάσαι…

Μάλλον θα λείψεις απόψε… θα σε συναντήσω σε μέρη γνώριμα…

Μ

24.5.11

5Χ+Χ=-3

Καμιά φορά νιώθω πως ο κόσμος αλλάζει κατά δυο μοίρες την τροχιά του και ζαλίζομαι. Προσπαθώ να πιαστώ για να μη πέσω και πιάνομαι από το βλέμμα σου και σώζομαι… Επιβιώνω πάνω στο σώμα σου κι έπειτα χάνομαι ανάμεσα στους κοφτούς αναστεναγμούς της ανάσας σου. Είμαι το κόμμα που διαχωρίζω τον έναν από τον άλλο κι έπειτα χάνομαι αιφνίδια όπως με σβήνεις με τη γόμα σου και μπερδεύονται μεταξύ τους. Θυμάμαι την αίσθηση του κορμιού σου όπως το άγγιξα χτες το βράδυ λίγο πριν κοιμηθώ και τα χέρια μου έγιναν σταγόνες και κύλησαν πάνω σου σε όλα τα σημεία του κορμιού σου. σε κοιτάζω να κοιμάσαι και νιώθω ευγνωμοσύνη  που έχω μάτια μόνο και μόνο για να σε βλέπω. Προχτές μπήκε ένα σκουπίδι μέσα τους και νόμιζα πως θα μείνω τυφλή για πάντα και προσπάθησα να απομνημονεύσω την εικόνα σου…
Έχει μια σιωπηλή φασαρία στο μπαλκόνι-ακούς; νιώθω τόσο αβέβαια μικρή και τόσο απελπιστικά μεγάλη ταυτόχρονα και νιώθω πως χωράω μόνο στο πουθενά. Χτες το βράδυ κόντευα να πνιγώ από τις φωνές μου και σήμερα δεν σταματάω να μιλάω από φόβο μη μείνω βουβή και δε μπορέσεις ποτέ να ακούσεις το γέλιο μου και τις κραυγές μου. καμιά φορά νιώθω να θαμπώνω κι έπειτα νιώθω να βρίσκω το σμαραγδί και το ρουμπινί μου και όλα αυτά στα πλαίσια της ανασφάλειας του Έρωτα. Πλησιάζει ο ήχος σου και τότε αντλείται μια δύναμη τόσο ισχυρή που μου φυτρώνει τα πόδια μου ξανά από τους αστραγάλους. Και κάνω τα πρώτα μου βήματα ξανά από την αρχή προς το μέρος σου και αυτή είναι η πιο όμορφη διαδρομή της ζωής μου. Κάθε φορά η πιο γοητευτική από όλες.
-Ραντεβού στο ρολόι. Σε δύο λεπτά θα είμαι εκεί…
Και βρέθηκα να κάθομαι μπροστά στο κουτί με τη βάφλα κι έπειτα έπιασα το χέρι σου.
-Πέφτουμε;
-Θα σκοτωθούμε…
-Εγώ νομίζω πως θα πετάξουμε
Και πετάξαμε αν θες να ξέρεις. Κι έπειτα βρεθήκαμε συνταξιδιώτες στο τρένο. Εγώ πριν από σένα. Εσύ ανέβηκες από άλλον σταθμό. Και ήρθες και στριμώχτηκες δίπλα μου και ο μηρός σου ακουμπούσε τον δικό μου. Εγώ από μέσα κι εκείνη τη φορά. Δε γύρισα το κεφάλι μου να σε κοιτάξω. Ήξερα πως ήσουν εσύ με το που ακούμπησες το πόδι μου στο δικό σου. Σε ρώτησα γιατί άργησες τόσα χρόνια χωρίς να στρέψω το βλέμμα μου πάνω σου σαν να συνεχίζαμε μια συζήτηση που αφήσαμε πριν λίγα λεπτά στη μέση. Και μου είπες πως δεν άργησες, απλά εγώ βιάστηκα πολύ. Και δεν απάντησα. Θυμάμαι πως οι εικόνες που έβλεπα έξω από το παράθυρο δεν ήταν δέντρα και βουνά. Ήταν εικόνες εναλλασσόμενες από τη ζωή μου και μερικές εικόνες από την κοινή μας ζωή. Ένα περίεργο συναίσθημα, σαν να ταξίδευα με το τρένο της ζωής στο σώμα μου και μέσα στο τούνελ της ζωής μας. τις περισσότερες τις θυμάμαι. Μερικές από αυτές όχι και δε ξέρω αν ήταν εικόνες που είχαμε ήδη ζήσει ή εικόνες που θα ζήσουμε μαζί σε κάποιο κατά τ’ αλλα άγνωστο μέλλον. Μου έδειχνες με το δάχτυλο πότε τη μία, πότε την άλλη και γελούσαμε και θυμόμασταν μαζί, και μερικές φορές οι σιωπές μας ήταν κραυγαλέα ανήμπορες να μιλήσουν. Όπως η εικόνα που έφυγες εκείνη την Κυριακή προς άλλη κατεύθυνση από τη δική μου. Και ήταν τόσο πρωί που το σώμα μου είχε όλη τη μέρα μπροστά του να πονάει τον αποχωρισμό. Κάποια στιγμή φωτίστηκαν όλα στο βαγόνι μας κι ένιωσα τον χρόνο να κυλάει τόσο αργά που νόμιζα για μια στιγμή πως σταμάτησε, αλλά αν σταμάτησε πως ακούω την καρδιά σου; θυμάμαι μόνο τα μάτια σου και το χέρι σου να σφίγγει το δικό μου. Μου χαμογέλασες, σου χαμογέλασα και νομίζω πως ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή…
…πετάξαμε…
Δε ξέρω γιατί νιώθω ευνουχισμένη λεκτικά αλλά πάνω κάτω αυτά είχα να σου πω. Τα πιο μεγάλα πράγματα τελικά είναι κρυμμένα στις σιωπές των βλεμμάτων μας. Δυο κουβέντες την ημέρα είναι αρκετές για να σου δείξω όλα εκείνα που θα σου πουν τα μάτια μου χωρίς φωνή σε λιγότερο από έξι μέρες…

Μ

7.5.11

Πέντε


Είναι όλα περίεργα ξένα στον τόπο μου σαν να έπεσα από τον ουρανό σε άσχετο χρόνο, σε έναν χρόνο που δεν έζησα καν. Ξένα τα έπιπλα, οι αγκαλιές κι ένα πεταχτό φιλί που έπιασε ίσα τη γωνία των χειλιών μου καθώς γύριζα το κεφάλι μου από την άλλη και μετά με απορία κοίταξα το πρόσωπό μου στον καθρέφτη. Δεν είμαι εγώ. Είμαι κάποια άλλη τόσο όμοια με εμένα αλλά πιο όμορφη. Ξεγυμνώθηκα και κοιτάχτηκα στον ολόσωμο καθρέφτη. Έπιασα ασυναίσθητα το στήθος μου κι επεξεργαζόμουν το κορμί μου όπως τότε που ήμουν έφηβη κι έψαχνα να βρω το σημείο των θηλών του στήθους μου, την κλειτορίδα μου, τον αφαλό και κυρίως τον σπόνδυλο που συνδέεται με το ηλεκτρικό ρεύμα του σώματός μου. Κάθισα γυμνή μπροστά στον καθρέφτη, δε ξέρω πόση ώρα. Αισθανόμουν νεογέννητη λες και δεν υπήρξα ποτέ πριν. Με κοιτούσα απορημένη, με μια απορία του πως είναι δυνατόν να μου στέρησες την ύπαρξή σου όλα αυτά τα χρόνια που υπάρχω. Γύρισα και κοίταξα λίγο πίσω από τον δεξί ώμο μου κι έπειτα πίσω από την πλάτη μου. Συνάντησα κάπου το πριν και το τώρα και για το μετά ούτε λόγος. Το μετά δε με νοιάζει, το μετά ανήκει στο Εμείς δεν είναι μόνο δικό μου. Και κάπως έτσι αποφάσισα πως με αυτό θα ασχολούμαι μόνο όταν σε συναντώ με όποιον τρόπο…
Έκλεισα τα μάτια μου και είδα το σώμα σου να αγκαλιάζει το δικό μου˙ και πόσο ελεύθερο ήταν επιτέλους! Η αύρα του κύκλωνε τη δική μου και χρώματα γέμιζαν τα όνειρα, οι κουρτίνες, τα σεντόνια, ακόμα και τα μάτια σου άλλαζαν χρώμα και γινόντουσαν ένα χρώμα μαγικό που δε το είδα ποτέ πριν, δε το ξέρω, δε το έχω συναντήσει… ούτε κάποιον άλλο άνθρωπο σαν εσένα ξανά. Είσαι μια υπέροχα παράξενη αρχή, ο πρόλογος ενός βιβλίου ζωής που δε ξέρω πότε γράφτηκε το πρώτο σύμβολο λέξης. Στις τρείς, στις εννιά, στις δεκατέσσερις, στη μία, στις δεκαέξι, ή στις πέντε; Δε ξέρω. Ίσως σε κάποια άλλη ημερομηνία μερικές εκατοντάδες χρόνια πριν.
Σήμερα ξύπνησα δε ξέρω πότε. Σήμερα έζησα δε ξέρω που. Το μόνο που ξέρω είναι πως σηκώθηκα πολύ μετά αφότου η ζωή ξύπνησε πριν από μένα. Ξάπλωνα στο κρεβάτι μου και σε άγγιζα τόσο αληθινά έπαιζα το σώμα σου, χάιδευα το κορμί σου, άκουγα την ανάσα σου στήριζα την ύπαρξή σου στα δάχτυλά μου κι έπειτα στην εικόνα των ματιών μου. Είσαι εδώ σαν να μην έλειψες ποτέ. Είσαι εδώ σαν να γεννήθηκες μέσα μας. Είσαι εδώ σαν να μην έφυγα ποτέ από τον τόπο μας. Ζηλεύω λίγο τον αέρα που αναπνέεις αλλά παλεύω σαν φωτιά να τον καταπιώ εισπνέοντας μέσα μου εσένα σε όλη σου την ύπαρξη. Νιώθω ήρεμη, ίσως πιο ήρεμη από ποτέ. Τόσο γαλήνια, σαν να με γνώρισα για πρώτη φορά και να συστήθηκα μέσα από μια ανυπαρξία ύπαρξης τόσο ουσιαστική όσο και ανούσια. Δε ξέρω αν με καταλαβαίνεις μα είμαι σίγουρη πως αν κλείσεις τα μάτια σου θα καταλάβεις. Και αν δε καταλάβεις θα σωπάσω και ίσως τότε με ακούσεις. Και αν όχι και τότε, θα σου σχηματίσω με τα χείλη μουσικές λέξεις και τότε πια δε θα σου αφήσω περιθώρια ακατανόητης γραφής…
Είμαι παντού… όπως κι εσύ… μέσα σε κάθε κύτταρο των κορμιών μας, μέσα σε κάθε σταγονίδιο ζωής, μέσα σε κάθε μορφή ενέργειας, μέσα σε κάθε χρώμα, μέσα σε κάθε τι που δηλώνει πόσο υπαρκτή είναι η σύστασή μας μέσα από τις υπάρξεις δυο ανθρώπων που ήρθαν για να μείνουν…

Μ