8.4.11

tonitrua


Κάθε μέρα είναι αλλιώς και κάθε μέρα νιώθω να σε γνωρίζω από την αρχή. Σε κοιτώ στα μάτια και κάτι μου θυμίζουν προσπαθώ να θυμηθώ που σε ξέρω και όταν ακούω την ανάσα σου νιώθω κάτι γνώριμο σαν το κορμί που ανέκαθεν γνώριζα λες και μόνο από την ανάσα του… έρχονται φορές που σε αγγίζω και νιώθω να σε ξέρω από πριν γεννηθώ, έρχονται φορές που σε φιλάω και είναι τόσο οικείο όλο αυτό από πριν σε γνωρίσω, εισβάλλω στο μυαλό σου και με βρίσκω εκεί από πριν ακόμα με σκεφτείς και καμιά φορά νομίζω πως γεννήθηκες με την πληροφορία του εαυτού μου. Παράξενο; Πως θα μπορούσε να είναι αφού όταν κλείνω τα μάτια μου χάνομαι, αλλάζω τόπο, μερικές φορές τον βλέπω κι όλα, αλλάζω διάσταση, αλλάζω γενικώς κι έπειτα ακούω και πάλι την ανάσα σου και θυμάμαι πως έπαψα να αναπνέω -κι αφού έπαψα πως ζω;- και τότε συνειδητοποιώ πως αναπνέω μέσα από το σώμα σου και μετά κενό. Εκεί σταματάνε όλα. Μέσα σου. Πάνω σου. Στην ίδια σου την ύπαρξη. Σαν να μην υπήρξε τίποτ’ άλλο πριν από εμάς σαν να ήμαστε οι πιο παράξενοι πρωτόπλαστοι του κόσμου και πως μετά από εμάς απλά γεννήθηκε το χάος μόνο και μόνο για να χανόμαστε εμείς μέσα σου και να μένουμε πάντα αθάνατοι μένουμε πάντα θνητοί, γεννημένοι το πρωί και ξαναγεννημένοι το άλλο πρωί και ανάμεσα μικροί σπαρακτικοί θάνατοι ο ένας μέσα στον οργασμό του άλλου. Και πάλι από την αρχή. Και πάντα από την αρχή. Ο χρόνος δεν έχει υπόσταση ποτέ, δεν είχε και απόδειξη αυτού είναι πως συναντηθήκαμε και απόδειξη αυτού είναι πως δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς και η απάντηση σε αυτό είναι η λήθη κι έπειτα η απουσία αυτής. Γεννιέμαι στα μικρά στενά δρομάκια του μυαλού σου, τα πιο άφωτα, τα πιο σιωπηλά, εκείνα που μόνο εσύ ξέρεις τον δρόμο για να τα περπατήσεις για να με βρεις κι έτσι μόνο εσύ αντιλαμβάνεσαι την ύπαρξή τους, μην απορείς αν κανείς δε σε πιστεύει πως υπάρχουμε είναι πως πάντα υπάρχουμε έξω από τους άλλους, και πεθαίνω κάθε φορά που σβήνεις το φως όταν σε ακούω να πάλλεσαι μέσα μου και δε με πειράζει που πεθαίνω μέσα σου˙ είναι η πιο ουσιαστική στιγμή της ζωής μου. Ξέρω πως θα με πλάσεις πάλι και θα αναπνεύσεις μέσα σου κι έτσι δε φοβάμαι ποτέ. Σε κοιτάζω ταυτόχρονα με την άκρη του ματιού μου όχι από περιέργεια αλλά γιατί θέλω κάθε φορά να διαπιστώνω πως βρίσκεσαι μαζί μου, πως υπάρχεις μέσα στα μάτια μου και πως όταν οι κόρες των ματιών μου μεγαλώνουν μεγαλώνεις κι εσύ και όταν μικραίνουν σε κρύβω μέσα μου για πάντα. Είμαι τόσο περίεργα και ιδανικά ερωτευμένη μαζί σου. Κι εσύ τόσο εξιδανικευμένος που νιώθω πως η ζωή μου έκανε τη μεγαλύτερη τιμή που σε έκρυψε στα σπλάχνα μου και μεγάλωνες μαζί μου και ας μην ήξερα πως ήσουν μέσα μου κι ας σε έψαχνα σε άλογα μάτια κάθε φορά. Ήσουν τόσο μέσα μου, τόσο βαθιά μέσα μου που απλά δεν ήξερα που να σε ψάξω… αλλά ήρθες.. και το μόνο που με νοιάζει πια είναι να πιάνω το στήθος μου και να σε βρίσκω εκεί…