14.4.11

Ένα


Δε ξέρω πώς να περιγράψω τον εαυτό μου τελευταία… αν με ρωτήσεις τι άνθρωπος είμαι δεν έχω απαντήσεις να σου δώσω. Αιφνιδιασμένη ακόμα και από την ίδια την εικόνα μου, ακόμα και το μυαλό μου με εξαπατά. Κοιμάμαι στο πλάι σου, αλλά δε σε αφήνω να με αγκαλιάσεις. Ξυπνώ δίπλα στα μάτια σου, χαμογελώ στο πρόσωπό σου, σε πειράζω να ξυπνήσεις κι έπειτα διαλύω την εικόνα με τα νύχια μου. Τα μπήγω στη σάρκα μου και ματώνω. Νιώθω  να μικραίνω κι έπειτα νιώθω να μην υπάρχω. Αρνιέμαι το σώμα σου˙ ακόμα και το βλέμμα σου αρνιέμαι. Και όταν έρχεται η ώρα να χωριστούμε γίνομαι ατμός και σβήνω από την απουσία σου. Με πονά η απουσία σου σε αέρια κατάσταση και τα μόριά μου κινούνται ακατάστατα και τρέχω να με μαζέψω στις σταγόνες που ξαναγεννιέμαι όταν πέφτω για ύπνο πλάι σου. Σε έχω απέναντι μου όταν κλείνω τα μάτια μου, βλέπω τα χέρια σου ανοιχτά να με υποδεχτούν, θέλω να τρέξω να σε αγκαλιάσω και μου έρχονται δύο εικόνες στο μυαλό και τρέχω στο μέρος σου και ορμάω με γροθιές να σε χτυπήσω στο στήθος ενώ κλαίω ασταμάτητα, σε μισώ, κι εσύ με αγκαλιάζεις και κλαίς με παράπονο που δε σε πιστεύω, εγω σε χτυπάω στο στήθος, σου λέω «Φύγε!» κι εσύ δε μου μιλάς, με αγκαλιάζεις σφιχτά, κλαίς που με νιώθεις έτσι και με παρακαλάς να σε νιώσω και ύστερα σε σπρώχνω και σε κρατάω σε απόσταση. Με μισώ που μου λείπεις, με μισώ που σου λείπω κι εγώ, με μισώ που δε μπορώ να νιώσω, με μισώ που δε με νιώθεις κι εσύ. Νιώθω συνέχεια να παγώνω, τα χείλη μου είναι μελανά και μωβ και αυτός είναι ο λόγος που τόσες μέρες δε σε άφησα να δεις την εικόνα μου, γιατί είμαι άσχημη με μωβ χείλη από το κρύο και αυτό το κρύο πηγάζει από μέσα μου, νιώθω παγωμένη από μέσα μου… κι έτσι πέρασαν οι μέρες… μέχρι χτες το βράδυ… Είσαι μαγικός, έκανες να λιώσω το παγόβουνο μέσα μου με μια αγκαλιά λυτρωτική τέτοια που έλυσες τα μάγια και έγινα ξανά από σκληρός πάγος βροχή. Έσταξα μέσα μου και με έλιωσα μέσα από την υγρασία των χειλών σου. Το κορμί μου ζεστάθηκε σήμερα το μεσημέρι, έβαλα το χέρι το αριστερό μου πάνω στην κοιλιά μου κι έπειτα ανάμεσα στα πόδια μου και ένιωσα την υγρασία μου και τη ζεστασιά μου να επιστρέφουν, άρχισα να νιώθω γυναίκα, επέστρεψε όλος μου ο πόθος για το κορμί σου σε μια στιγμή, εκείνη τη στιγμή, την ίδια στιγμή που πάλι σε αρνιόμουν, εκείνη τη στιγμή σε υποδέχτηκα μέσα μου ως το τέλος του ουρλιαχτού οργασμού μου… πόσο μου έλειψαν οι οργασμοί με τις ανάσες μας πλεγμένες στον αργαλειό του πάθους και τόσο συγκεκριμένα φτιαγμένοι είναι ο ένας χαρισμένος στον άλλο σαν να ξεδιαλέχτηκαν στην ανέμη μιας Ωραίας Κοιμωμένης με σκοπό να γίνουν ένα έργο τέχνης στα κορμιά μας. Πόσο μου έλειψες όλες αυτές τις μέρες… τόσο που απορώ πως ζούσα και τη στιγμή που απορώ πώς ζούσα μακριά σου, συνειδητοποίησα αποφασίζοντας πως απλά δε ζούσα… Θέλω να σου ζητήσω συγνώμη αλλά θα θυμώσεις, θέλω να σου πω ευχαριστώ που δε με άφησες να πεθάνω και εκεί υπομονετικά με περίμενες πότε θα σου απλώσω τα χείλη μου να με φιλήσεις να ζωντανέψω ξανά, αλλά θα θυμώσεις πιο πολύ… είσαι το πιο όμορφο δώρο που είχα ποτέ στη ζωή μου… ο πιο αξιοθαύμαστος άνθρωπος που αγάπησα ποτέ μου… είσαι οι σταγόνες της βροχής μου… σ’ αγαπάω… απλά, μοναδικά, ολοζώντανα, υπαρκτά, αγνά, αλήτικα, υπέροχα, ανιδιοτελή…. Πλήγωσέ με ξανά αν το επιλέξεις… μόνο μη με σκοτώσεις… Είσαι ο άνθρωπός μου….