15.2.11

(*&^^

Είδα στον ύπνο μου πως ήμασταν σε ένα δωμάτιο λευκό. Δεν είχε πολλά έπιπλα και κουρτίνες ή αν είχε ήταν λευκά επίσης και δε μπορούσα να τα ξεχωρίσω από τους τοίχους.
 είδα πως δε βλέπαμε, πως είχαμε τα μάτια μας κλειστά και προσπαθούσαμε ο ένας να καταλάβει τον άλλο μέσω της αίσθησης της αφής...
 καθόμουν γυμνή απέναντι από σένα που ήσουν γυμνός ο καθένας πάνω στα γόνατα του και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε με τις ρόγες των δάκτυλων μας τις γωνίες μας, το σχήμα των χειλιών, το μέγεθος των ώμων μας, το σχήμα τους, το στήθος, την κοιλιά τους μηρούς...
 έπειτα ο ένας άπλωσε τα χεριά στον άλλο, κι ενώ δε βλέπαμε οι κινήσεις γινόντουσαν ταυτόχρονα....
 Κι έπειτα όλα απαλύναν....
Γονατιστή ήρθα ακόμα πιο πολύ κοντά σου και με τα μάτια κλειστά ήρθα και κάθισα από πάνω σου και τύλιξα τα πόδια μου γύρω από τη μέση σου. Σε αγκάλιασα σφιχτά κι έβαλα το πρόσωπό σου στο στήθος μου και με τα χέρια μου σου έπιανα το κεφάλι κι ακουμπούσα πάνω στο κεφάλι σου το δικό μου το κεφάλι. Άρχισα απαλά να κάθομαι πάνω σου, πολύ απαλά, σε φιλούσα θυμάμαι, με τα μάτια κλειστά και συνέχισα να κάθομαι πάνω σου απαλά, σου φιλούσα το στόμα πιάνοντάς σου το πρόσωπο, άρχισα να λαχανιάζω και να ιδρώνω, τεντώθηκε το κορμί μου προς τα πίσω, είχα αρχίσει να σε φιλάω και όσο η ώρα περνούσε τόσο δεν ήθελα να φύγω από πάνω σου, άρχισα να αφήνω μικρές κραυγές πάνω σου, κοντά στον λοβό του αυτιού σου, άρχισα να κάθομαι πάνω σου λιγότερο απαλά, όλο και πιο έντονα, το δωμάτιο άλλαξε χρώμα αλλά δε ξέρω τι χρώμα γινόταν, δεν είχα χρόνο για να δω και αυτό και τότε άνοιξα τα μάτια μου και σε κοίταξα μέσα στα μάτια σου και φωτιές πεταγόντουσαν και οι φλόγες του ενός καίγανε τις φλόγες του άλλου κι έπειτα σε ξάπλωσα και ήρθα από πάνω σου, έσκυψα στο πρόσωπό σου, μιλούσαμε κατευθείαν  ο ένας στο μυαλό του άλλου και λέγαμε κάτι που έμοιαζε με:
-Άργησα… 
-Μάλλον εγώ ήρθα νωρίς…
Και δεν έχω ιδέα τι είδους στιχομυθία ήταν αυτή, κι έπειτα με γύρισες ανάσκελα και ήρθες από πάνω μου κι εγώ έμπλεξα τα πόδια μου στα δικά σου κι έπειτα άρχισες να μπαινοβγαίνεις μέσα μου ρυθμικά, κι εγώ σου έλεγα, ‘‘κι άλλο μωρό μου’’ κι εσύ μου έλεγες ‘‘…κι άλλο….’’ κι έπειτα άρχισε ο ιδρώτας να πέφτει στα μάτια σου και να τα κάνει να μοιάζουν δακρυσμένα κι έπεφταν οι σταγόνες μέσα στα δικά μου μάτια και μου έλεγες
-Μη κλαις…
-Δε κλαίω… βροχή είναι…
-Δε θα φύγεις….
-Δε θα φύγω….
Αλλά κάτι σαν να ξέραμε και οι δύο….
Κάτι που εγώ τουλάχιστον δεν έμαθα χτες το βράδυ…
Άρχισα να βογκάω δυνατά να κρατάω με το ζόρι ανοιχτά τα μάτια μου για να κρατήσω την εικόνα σου την στιγμή του οργασμού σου, και σε κοιτούσα στα μάτια και σου έλεγα ‘‘ Πιο δυνατά μωρό μου… πιο δυνατά….’’ Και τότε τεντώθηκες ολόκληρος μέσα μου και ούρλιαξες κι εγώ κρατούσα την εικόνα σου και άφησα τη μέση μου να διπλωθεί και ξαφνικά το κορμί μου άρχισε να τρέμει στα χεριά σου και οι σπασμοί του κόλπου μου πάνω σου, σου φανέρωσαν τη πιο μαγική στιγμή του ονείρου…