22.2.11

*&(


Ορκίστηκα πως δε θα σου απαντήσω. Πήρα το κινητό στα χέρια μου, και το πέταξα στην άλλη άκρη του δωματίου, να μη το βλέπω να μη το ακούω να μην υπάρχει, να μην υπάρχεις κι εσύ. Η μουσική ροκάρει τρελά είναι καταμεσήμερο, έχω κλείσει τα πατζούρια είναι θεοσκότεινα αλλά όχι όπως τις άλλες φορές, σήμερα είναι αλλιώς- μη με ρωτάς πως αλλιώς ξέρεις εσύ- δε βλέπω πέρα από τη σκιά μου, χορεύω, ιδρώνω και δε ξέρω αν τα μάτια μου κλαίνε ή ιδρώνουν κι εγώ θα πω πως ιδρώνουν για να πω ψέματα στον εαυτό μου άλλη μια φορά για να μη πονάει. Η μουσική γίνεται εντονότερη, οι ρυθμοί μου ακόμα περισσότερο, η καρδιά μου διαμαρτύρεται αλλά εγώ πεισματικά σε σένα καρδιά μου θα λείψω. Και θα κρυφτώ καλά να μη με βρεις πάρα μόνο αν το θελήσω. Κρύβομαι από τα μάτια μου και οι κόρες μου διαστέλλονται και με ψάχνουν αλλά ο εαυτός μου ξέρει να ξεγλιστρά χωρίς ίχνος. Φοβήθηκα για μια στιγμή τις πατημασιές στα αίματα, αλλά είναι καλά εκπαιδευμένος, δεν αφήνει ίχνη, όχι δεν αφήνει, χάνεται, κρύβεται, δεν αφήνει ίχνη, όχι δεν αφήνει. Το στομάχι μου δε πεινάει, η όρεξή μου έπιασε πάτο, ούτε γλυκό δε θέλω πια να φάω, νιώθω πως κατεβάζω κώνιο στον οισοφάγο μου. Το κορμί μου έγινε πέντε κιλά ελαφρύτερο και τώρα πια δε μου αρέσει.  Στα είκοσι τρία μου είχα πει ‘‘ποτέ ξανά έτσι, ποτέ ξανά’’ και η υπόσχεση μου κράτησε δέκα χρόνια παρά εννιά μήνες και ίσως οι εννιά μήνες ήταν οι μήνες της κύησής σου πριν έρθεις στη ζωή μου. Και πάνω που είχα πει πως πέρασε η περίοδος επώασης της πληγής, ακόμα και στον καρκίνο δέκα χρόνια δίνουν για να περάσεις από το ένα στάδιο στο άλλο, με πρόδωσες λίγο πριν  ο αλέκτωρ λαλήσει δεκατρείς και πιάστηκα.
Δε ξέρω, δε σε εντοπίζω σήμερα σου το είπα και πριν… δε ξέρω πόσες ζωές πέρασαν από την ώρα που σου το είπα και μπορεί να είμαι υπερβολική, ναι μπορεί να είμαι, κι έτσι κάνουν τα κορίτσια, αλλά η ζωή μου κυλάει σε άλλους ρυθμούς. Το αγαπημένο μου χρώμα είναι το χρώμα της νύχτας, τότε που ξυπνούν τα πλάσματα του Ουρανού και της Γης, θυμάσαι; Πες μου, θυμάσαι;
Θέλω να φύγω, να φύγω, να φύγω, να τρέξω κάπου αλλού, να κρυφτώ από τον εαυτό μου κυρίως, κυρίως αυτός μου φταίει  βασικά,  αλλά βασικά δε φταίει, εγώ φταίω. Και η αλήθεια είναι πως όσα χρόνια σε περίμενα δε μπορούσα να φανταστώ ούτε μια στιγμή πως θα μπορούσα να είμαι μαζί σου. Και σου είπα πως αν ποτέ σου πω να κάνεις πως δεν άκουσες, δεν άκουσες, ακούς; Και η αλήθεια επίσης είναι πως η ζωή μου άλλαξε μαζί σου. Η ζωή μου έγινε ζωντανή και δε μπορώ πέρα από το να σ’ ευγνωμονώ γι αυτό…
Ορκίστηκα πως δε θα σου απαντήσω… αλλά ποτέ δε μπορούσα να κρατήσω όρκους που δίνει το μυαλό μου χωρίς να λογαριάζει την καρδιά μου…

Σ’ αγαπάω. Το ακούς ρε γαμώτο ή μόνη μου μιλάω;