23.3.11

21-15-2-15-18, 5-17-24-19-1-18, 16-15-11-15-18


Δεν είναι πως είμαι σκατάνθρωπος επειδή πληγώνομαι να σε μοιράζομαι… δεν είναι πως σε θέλω δικό μου, δικός μου δεν ήσουν ποτέ, δεν είσαι, δε θα γίνεις. Είναι που ο Έρωτας έχει κάνει τόπι το κεφάλι μου αλλά τι σου τα λέω, νομίζω πως ξέρεις τι εννοώ, τι λέω, τι νιώθω…το αναγνωρίζεις… κι επειδή ξέρω αυτό που αισθάνεσαι, είναι το ίδιο με αυτό που αισθάνομαι  κι εγώ, αποφάσισα πως δε θέλω να νιώθεις έτσι όπως νιώθω και γι αυτό πήρα τις αποφάσεις μου. Και μάλιστα χωρίς να νιώθω πως κάνω κάτι που δε θέλω. Δε μπορώ να αντέξω να νιώθεις σκατά εξ’ αιτίας μου…φοβάμαι… φοβάμαι πως μια μέρα δε θα το αντέξεις άλλο και θα φύγεις και μετά εγώ τι; Να τρέχω να τσιμεντάρω ρωγμές από καιρό ξεχαρβαλωμένες και μάλιστα εξ’ αιτίας μου; Και μετά; Θα έχει νόημα όλο αυτό; Θα έχει νόημα να τρέχω και να μη φτάνω; Και μετά; Πιστεύεις πως θα βρω το κουράγιο να με συγχωρήσω που σε έδιωξα, που σε πόνεσα που ενώ ήξερα σε άφηνα να πονάς; Πιστεύεις πως θα βρω τον τρόπο να πείσω τον εαυτό μου να βρει δικαιολογίες; Με ψέματα μπορώ να τον ξεγελάσω; Δε ξέρω.. μάλλον ναι στο παρελθόν το έχω καταφέρει, για το παρόν δε ξέρω, ίσως θα μπορούσε να λειτουργήσει ένα ψέμα εξιλέωσης αλλά και πάλι η γνώση του ψέματος από μόνη της διαλύει. Δε θέλω ψέματα. Δε θέλω να κρύβω. Δε θέλω να κρύβομαι. Δε θέλω να μου κρύβουν. Το ψέμα λειτουργεί σαν την συμπόνια. Και η συμπόνια σαν τον οίκτο μερικές φορές. Και τότε διαλύεται το τάσι της ζυγαριάς της ισορροπίας και τότε διαλύονται όλα και τότε ο αέρας γίνεται νερό και τότε χωρίς αέρα δε γίνεται να αναπνέω και τότε απλά περιμένω να φύγω ήσυχα από την ασφυξία της απουσίας σου. Δε κάνω θυσίες. Σου το είχα πει και παλιότερα, πόσο παλιότερα δε ξέρω, ο χρόνος μαζί σου αποκτάει άλλη διάσταση κι έχω μπερδέψει αιώνες με δεκαετίες και χιλιετηρίδες με ημέρες. Δε θυσιάζω τίποτα για να είμαι μαζί σου. Μερικές φορές αισθάνομαι να θυσιάζομαι αλλά αυτό είναι κάτι άλλο, δε το ξέρω, δε το έχω νιώσει από τότε που ξαναγεννήθηκα τον Αύγουστο και το πριν μηδενίστηκε και δε θυμάμαι πια. Όταν σε πρωτογνώρισα ήξερα πως κρατάω μνήμες μιας προηγούμενης ζωής αλλά όχι την γνώση αυτών. Ο άλλος μου εαυτός βγαίνει να μου χτυπήσει ανελέητα τον εγωισμό κι επειδή δε τα καταφέρνει ξεσπάει στο στομάχι μου και θέλω να κάνω εμετό. Δεν είναι έτσι η Αγάπη φωνάζω και ο άλλος μου λέει πως το ξέρει, δεν είναι έτσι η Αγάπη, έτσι όμως είναι ο Έρωτας. Και πως πρέπει να διαλέξω αν θέλω να ζήσω  μόνο με τον ένα ή τον άλλο αυατό ή και με τους δύο μου εαυτούς, τον ερωτευμένο κι αυτόν που σε λατρεύει ,και πως αν θέλω θα αναθεωρεί συνέχεια ο ένας τον άλλο και πως αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αποδεχτώ. Και η αλήθεια είναι πως δε μπορώ ούτε να πάψω να σε λατρεύω, ούτε να πάψω να είμαι τρελά ερωτευμένη μαζί σου, οπότε συγχωράμε που τη μια φέρομαι κτητικά και την άλλη λογικά, δε σημαίνει πως είμαι αλλά αντί άλλων, είναι που ζουν και οι δύο μέσα μου και δε θέλω ούτε να διώξω εκείνον που σε λατρεύει, ούτε εκείνον που είναι ερωτευμένος μαζί σου μέχρι εκεί που δε μπορούσαν να φανταστούν και οι δύο μαζί. Φοβάμαι να γυρίσω την πλάτη μου απέναντι σε ό,τι με ενοχλεί, - βλέπεις; Πάλι αναθεωρώ…- γιατί φοβάμαι πως αν αδιαφορήσω τότε θα είναι σαν να αδιαφορώ σε ένα κομμάτι του εαυτού σου και δε θέλω να κάνω αυτή την επιλογή. Δε μπορώ να αδιαφορήσω σε τίποτα που σε αφορά, όσο και αν με πονάει, όσο και να με πληγώνει, όσο και αν ξεσπάει στην κοιλιά μου κάτω από το στέρνο και με πιάνει δύσπνοια. Προσπαθώ να δείξω πως όλα είναι εντάξει και η μόνη μου άμυνα είναι να μη σκέφτομαι, να μη σκέφτομαι, και όταν νιώθω πως το να μη σκέφτομαι είναι ο τοίχος που υψώνω για να μη σκέφτομαι κι εσένα, γυρίζουν όλες οι σκέψεις μου με μιας και με ισοπεδώνουν κι έπειτα γκρεμίζομαι, θρηνώ, φοβάμαι, αγωνιώ και μετά χτίζω ξανά τον τοίχο μέχρι την επόμενη φορά που θα γκρεμιστεί από την ορμή των σκέψεων του ερωτευμένου εαυτού. Φοβάμαι… φοβάμαι μην τυχών καμιά φορά ο ερωτευμένος εαυτός παραλύσει και πάψει κι εκείνος να σκέφτεται και τότε μουδιάσω και πάψω να αισθάνομαι και η ίδια. Φοβάμαι. Φοβάμαι μήπως ο τοίχος πέσει τόσες πολλές φορές δε θα υπάρχει πια άλλο τσιμέντο να χτίσω και ποδοβοληθώ από τα συναισθήματα του πόνου και πεθάνω και δεν θα αντέχω πια τον πόνο και φύγω μακριά από αυτόν και απο 'σένα πεθαίνοντας. Δε ξέρω πόσο θα αντέχω να πονάω. Δε ξέρω πόσο τα χέρια μου θα είναι ικανά να χτίζουν τοίχους αφήνοντας ότι με πληγώνει από πίσω. Φοβάμαι τόσο πολύ μη σβήσω πριν σε αγγίξω ξανά… τόσο πολύ… είσαι ότι πιο όμορφο έχω… προτιμώ να πεθάνω από το να σε χάσω… και αυτό το προτίμησα από την πρώτη στιγμή που σε ένιωσα…


Το ξέρω πως θα κάνω κορίτσι… ενώ μια ζωή ζητούσα αγόρι, ξέρω πως για κάποιον λόγο θα κάνω κορίτσι